Του Βασίλη Δανέλλη.
(Κωνσταντινούπολη, ανταπόκριση)
Υποψήφια για το βραβείο «Freedom of Expression» 2014 του διεθνούς οργανισμού Index on Censorship (IOC) είναι η τουρκάλα συγγραφέας Meltem Arikan, καθώς το όνομά της περιλαμβάνεται στη μικρή λίστα που ανακοίνωσε στις 14 Φεβρουαρίου ο IOC.
Ένα όνομα που μπορεί να μην είναι γνωστό στην Ελλάδα, στην Τουρκία όμως είναι συνδεδεμένο με την εξέγερση του Γκεζί και τα σκληρά μέτρα λογοκρισίας που επέβαλε η κυβέρνηση ως απάντηση. Από την πρώτη κιόλας μέρα των διαδηλώσεων, οι τουρκικές αρχές άρχισαν να διαδίδουν ότι τα επεισόδια είναι ενορχηστρωμένα από διάφορους εσωτερικούς κι εξωτερικούς εχθρούς που θέλουν να ανατρέψουν τον πρωθυπουργό Ερντογάν και να αποσταθεροποιήσουν τη χώρα. Ένα από τα πρώτα εξιλαστήρια θύματα αυτής της κυβερνητικής προπαγάνδας ήταν και η Arikan, συγγραφέας του θεατρικού έργου «Μι Μινόρε».
Το «Μι Μινόρε» είναι η ιστορία μιας φανταστικής χώρας, της Δημοκρατίας της Pinima., μιας δημοκρατίας στην οποία γίνεται ό,τι θελήσει ο πανίσχυρος πρόεδρός της. Εκείνος λοιπόν απεχθάνεται τη μι μινόρε κι έτσι, χωρίς να χρειαστεί κάποιο διάταγμα, η συγκεκριμένη συγχορδία εξαφανίζεται ξαφνικά από τη μουσική.
Η Arikan εμπνεύστηκε το έργο από την Αραβική Άνοιξη, ενώ η παράσταση, στην οποία σκηνοθετούσε και πρωταγωνιστούσε ο Mehmet Ali Alabora, ανέβηκε στην Κωνσταντινούπολη από τον Δεκέμβριο του 2012 μέχρι τον Απρίλιο του 2013, σταμάτησε δηλαδή περίπου ένα μήνα πριν το ξέσπασμα των διαδηλώσεων. Παρόλα αυτά, οι συντελεστές της ήταν οι πρώτοι που στοχοποιήθηκαν από τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ και τα στελέχη του κυβερνώντος ΑΚΡ. O Alabora, γνωστός από την παρουσία του σε δημοφιλή τηλεοπτικά σήριαλ, συγκέντρωσε το μεγαλύτερο μέρος της οργής των υποστηρικτών του Ερντογάν. Οι απειλές που δέχτηκε τον ανάγκασαν να αποσυρθεί από τη δημόσια ζωή, ενώ ακόμα και σήμερα δύσκολα μπορεί κανείς να επικοινωνήσει μαζί του.
Απειλές κατά της ζωής της έλαβε και η Arikan. Καθημερινά έβρισκε στην πόρτα της ανώνυμα απειλητικά γράμματα, η πίεση όμως κορυφώθηκε όταν ο δήμαρχος της Άγκυρας, Melih Gökçek, την κατονόμασε προσωπικά ως εχθρό της Δημοκρατίας της Τουρκίας. Έπειτα από αυτό το περιστατικό, η συγγραφέας αναγκάστηκε να αφήσει τη χώρα και να εγκατασταθεί μαζί με τον γιο της στην Αγγλία.
Η Arikan έχει δεχθεί λογοκρισία και στο παρελθόν, όταν το 2004 το θεατρικό της έργο «Yeter Tenimi Acıtmayın» («Σταματήστε να πληγώνετε τη σάρκα μου»), στο οποίο ασκούσε κριτική για την κακοποίηση των γυναικών στην Τουρκία, απαγορεύτηκε από τη νεοσυσταθείσα τότε από το γραφείο του πρωθυπουργού Επιτροπή Προστασίας Ανηλίκων από Άσεμνες Εκδόσεις με την αιτιολογία ότι περιέγραφε περιστατικά βίας που δεν συμβαίνουν στην Τουρκία και διατάρασσε την οικογενειακή τάξη με τις φεμινιστικές του απόψεις. Η λογοκρισία άρθηκε δύο μήνες αργότερα με δικαστική απόφαση (τότε η κυβέρνηση Ερντογάν δεν είχε κερδίσει ακόμα τον πλήρη έλεγχο της Δικαιοσύνης) και η Arikan βραβεύτηκε από την Ένωση Τούρκων Εκδοτών με το βραβείο «Ελευθερίας της Έκφρασης και των Ιδεών».
Η επιτροπή που λογόκρινε την Arikan δέκα χρόνια πριν, είναι σήμερα το κύριο όργανο επιβολής των νέων μέτρων λογοκρισίας που επιβάλει η τουρκική κυβέρνηση στο ίντερνετ. Επισήμως, τα μέτρα αποσκοπούν στην πάταξη της παιδικής πορνογραφίας και της βίας που αναπαράγεται μέσω του διαδικτύου. Στην πραγματικότητα, ο στόχος είναι ο έλεγχος των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και οι ιστοσελίδες που εκφράζονται εναντίον της κυβέρνησης.
Η Τουρκία έχει μακρά παράδοση στη λογοκρισία, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι πρόσφατα (τον Ιανουάριο του 2013) ήταν απαγορευμένες 453 εκδόσεις βιβλίων και 645 περιοδικών, μεταξύ των οποίων το «Κεφαλαίο» του Μαρξ, συλλογές ποιημάτων του Ναζίμ Χικμέτ, βιβλία του Αζίζ Νεσίν, ακόμα και ένα τεύχος του Μίκυ Μάους το οποίο το στρατιωτικό καθεστώς που κυβερνούσε τη δεκαετία του 1980 θεώρησε ότι προωθούσε «ένα περιπετειώδες πνεύμα στις τάξεις της τουρκικής κοινωνίας».
Όσοι βρεθήκαμε το περασμένο καλοκαίρι στο Ταξίμ και τις άλλες πλατείες της Κωνσταντινούπολης, εντυπωσιαστήκαμε από την δημιουργικότητα των διαδηλωτών, τα καλλιτεχνικά δρώμενα με τα οποία έντυσαν τη διαμαρτυρία τους, τα ευφάνταστα poster, τα γκράφιτι, τις αυτοσχέδιες βιβλιοθήκες, τις ορχήστρες και τις μπάντες που έφτιαξαν επί τόπου για να τραγουδήσουν τα αιτήματά τους, τις χορογραφίες και τα θεατρικά τους. Όταν οι εκατοντάδες μιμητές του «ακίνητου άντρα» στάθηκαν στην πλατεία κρατώντας βιβλία στα χέρια τους, οι αστυνομικοί που περιφρουρούσαν το πάρκο Γκεζί διαμαρτυρήθηκαν με τη σειρά τους, διαβάζοντας κλασικά αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Βλέποντας τους αστυνομικούς να στέκονται απέναντι στους διαδηλωτές με Ντοστογιέφσκι, Ντίκενς, Βερν, Τσέχοφ και Τζακ Λόντον στα χέρια τους αντί για κλομπ, πίστεψα για λίγο ότι η δύναμη της λογοτεχνίας μπορεί να αλλάξει τη χώρα και γιατί όχι και τον υπόλοιπο κόσμο. Γρήγορα όμως αυτή η καλλιτεχνική δύναμη που φανέρωσε η τουρκική κοινωνία κατεστάλη από τη «σιδερένια φτέρνα» της λογοκρισίας, η οποία φρόντισε να δημιουργήσει παραδείγματα κυνηγώντας τον Alabora και διώχνοντας επί της ουσίας την συγγραφέα του «Μι Μινόρε» από τη χώρα.
Η υποψηφιότητα της Meltem Arikan και μια πιθανή βράβευσή της στις 20 Μαρτίου από τον IOC ίσως αποτελέσει πηγή έμπνευσης για τους νέους συγγραφείς και καλλιτέχνες της Τουρκίας που συνεχίζουν να αντιστέκονται στη λογοκρισία.
Πηγή: oanagnostis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου