Το έργο του γνωστού συγγραφέα δίνει νέα πνοή στις σχέσεις ΗΠΑ-Κούβας και φέρνει ξανά μνήμες από τη Μικρασιατική Καταστροφή
Ο Πολιτισμός ενώνει ανθρώπους και λαούς. Και υπάρχουν πολλά παραδείγματα που αποδεικνύουν τη διαπίστωση αυτή. Ενα τέτοιο παράδειγμα είναι και ο γνωστός Αμερικανός συγγραφέας Ερνεστ Χέμινγουεϊ. Περισσότερο από πενήντα χρόνια μετά το θάνατό του, το πνεύμα, το έργο και η ιστορία του δίνουν μια νέα πνοή και διάσταση στις αρκετά χρόνια διαταραγμένες σχέσεις των ΗΠΑ με την Κούβα.
Αυτή την άποψη εξέφρασε και ο Αμερικανός βουλευτής Jim McGovern στην ειδική εκδήλωση που ο ίδιος είχε διοργανώσει τον Μάιο του 2013 στη μνήμη του Ερνεστ Χέμινγουεϊ, μια εκδήλωση που συνέπιπτε με τη συμπλήρωση 60 χρόνων από την απονομή του βραβείου Πούλιτζερ για το βιβλίο του «Ο Γέρος και η Θάλασσα». (Το βιβλίο γράφτηκε στη διάρκεια της ζωής του στην Κούβα.) Ο Αμερικανός βουλευτής έκανε στην εκδήλωση αυτή ένα βήμα παραπέρα, τονίζοντας ότι ήρθε η στιγμή για τη βελτίωση των σχέσεων ΗΠΑ-Κούβας και για την υπέρβαση από την καχυποψία και την παράνοια της περιόδου του Ψυχρού Πολέμου. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι έγκυροι Αμερικανοί αναλυτές, όπως ο Ted Piccone του Ινστιτούτου Brookings, συστήνουν στον πρόεδρο Ομπάμα, στο ίδιο πνεύμα, ανάληψη πολιτικών πρωτοβουλιών για την παραπέρα βελτίωση των σχέσεων με την Κούβα, θέλοντας να ενισχύσουν τη θέση των ΗΠΑ στη διαδικασία επαναπροσδιορισμού της διεθνούς τάξης.
Η συγκεκριμένη εκδήλωση ήταν ίσως ο πιο κατάλληλος τόπος γι' αυτές τις παρατηρήσεις, αφού περά από την επέτειο των 60 χρόνων σηματοδότησε και την επιτυχή ολοκλήρωση δυο σημαντικών αμερικανοκουβανικών, όπως τις χαρακτήρισε ο βουλευτής, δραστηριοτήτων: η πρώτη αφορά την απόφαση και τις εργασίες για τη συντήρηση όσων αντικειμένων βρίσκονται στην οικία και το αγρόκτημα, γνωστό ως Finca Vigia, στο οποίο έζησε ο Χέμινγουεϊ στην Κούβα. Η δεύτερη αφορά την ταξινόμηση και ψηφιοποίηση, του δεύτερου και μεγαλύτερου μέρους του αρχείου του συγγραφέα, που είχε παραμείνει στην Κούβα, όταν ο συγγραφέας επέστρεψε στην Αμερική.
Η προστασία, η συντήρηση και η διάθεση των στοιχείων, γραπτών και αντικειμένων, που συνθέτουν την ενδιαφέρουσα ζωή του Ερνεστ Χέμινγουεϊ είναι και ο βασικός σκοπός του ιδρύματος «Finca Vigia» -από το όνομα του αγροκτήματος-, ίδρυμα το οποίο ίδρυσε η Jenny Phillips, εγγονή του Μ. Perkins, επί πολλά χρόνια εκδότη των έργων του Χέμινγουεϊ. Με αυτό ως δεδομένο, το ίδρυμα δραστηριοποιήθηκε, δυστυχώς με αρκετές κατά καιρούς δυσκολίες, προκειμένου να ολοκληρωθεί αυτή η κοινή αμερικανοκουβανική δράση. Σήμερα το αρχείο αυτό μεταφέρθηκε και παρουσιάζεται πλέον στο πλαίσιο της «Συλλογής Χέμινγουεϊ», στην Προεδρική Βιβλιοθήκη «Τζον Κένεντι» στη Βοστόνη.
Ο Χέμινγουεϊ έζησε στην Κούβα η οποία, όπως σε πολλές περιπτώσεις έλεγε και ο ίδιος αλλά και η σύζυγός του Μαίρη, τον είχε συνεπάρει, από το 1939 ώς το 1960. Τη χρονιά εκείνη, σύμφωνα με την αφήγηση της για ένα διάστημα βοηθού και μετέπειτα νύφης του, Βαλερί Χέμινγουεϊ, τον επισκέφθηκε ένα βράδυ ο τότε Αμερικανός πρέσβης στην Αβάνα, Philip Bonsall, και αφού τον ενημέρωσε ότι οι ΗΠΑ επρόκειτο να διακόψουν τις διπλωματικές τους σχέσεις με την Κούβα, του ανέφερε ότι, σύμφωνα με την άποψη Αμερικανών αξιωματούχων, θα ήταν σωστό ο Χέμινγουεϊ να δείξει τον πατριωτισμό του εγκαταλείποντας την κατοικία του στην Κούβα. Ο συγγραφέας απέρριψε αυτή τη συμβουλή, αλλά λίγους μήνες αργότερα αναχώρησε με τη σύζυγό του από την Κούβα αρχικά για την Ισπανία και στη συνέχεια για τις ΗΠΑ, όπου ένα χρόνο μετά, ταλαιπωρημένος από την κακή κατάσταση της υγείας του, έδωσε τέλος στη ζωή του.
Η πρώτη μεταφορά ορισμένων αντικειμένων και γραπτού υλικού, που είχε συγκεντρώσει ο Χέμινγουεϊ, έγινε το 1961, όταν μετά τη σοβαρή κρίση και τα γεγονότα στον Κόλπο των Χοίρων, ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζον Κένεντι , με απόλυτη μυστικότητα κανόνισε την επίσκεψη της συζύγου του Μαίρης στην Κούβα και τη συνάντησή της με τον Φιντέλ Κάστρο. Στη συνάντηση αυτή επετεύχθη συμφωνία, που προέβλεπε ότι η κ. Χέμινγουεϊ μπορούσε να πάρει σημαντικό αρχειακό υλικό και τους πίνακες που υπήρχαν στην οικία, και σε αντάλλαγμα δώριζε στον κουβανικό λαό το αγρόκτημα Finca Vigia. Σύμφωνα με στοιχεία, η κυβέρνηση της Κούβας διέθεσε σημαντικά ποσά για την αναπαλαίωση της οικίας και του αγροκτήματος, το οποίο μετέτρεψε σε Μουσείο. Βέβαια η Finca Vigia ήταν κάτι πολύ περισσότερο από τόπος κατοικίας και συγγραφής. Ηταν το σημείο αναφοράς των ανθρώπων των γραμμάτων και του πολιτισμού που φιλοξενούσε εκεί ο Χέμινγουεϊ. Ηταν το σημείο συνάντησης και σύνθεσης διαφορετικών αντιλήψεων, κάτι που ο ίδιος ο συγγραφέας είχε επιτύχει συνδυάζοντας την αγάπη του για ό,τι αντιπροσώπευε η Κούβα και τις δικές του πλούσιες ιστορικές και πολιτιστικές καταβολές και συναισθήματα. Σε σχέση δε με την καθημερινότητα και τις επισκέψεις του «Papa», όπως τον αποκαλούσαν οι Κουβανοί φίλοι του στην πόλη, η Finca Vigia αντιπροσώπευε μια στάση ζωής. Και αυτό το χαρακτηριστικό το σεβάστηκαν και το ανέδειξαν και η κυβέρνηση και οι άνθρωποι, τονίζοντας βεβαία την κουβανική του διάσταση.
Πνεύμα ανήσυχο με πλούσιο εσωτερικό και συναισθηματικό κόσμο, όπως άλλωστε φαίνεται και από το συγγραφικό του έργο και από τον τρόπο ζωής του, ο Χέμινγουεϊ ήταν, όπως τον χαρακτήρισε ο Ρόμπερτ Μάνινγκ, διευθυντής σύνταξης του περιοδικού «ΑΤΛΑΝΤΙΚ», «...ως ιδιώτης ένας καλλιτέχνης, δημοσίως μια εμπειρία από την οποία μικρές, έντονες αναμνήσεις παρατείνονται συνεχώς, όπως οι θυελλώδεις στιγμές...». Στη διάρκεια αυτής της ζωής, διετέλεσε και πολεμικός ανταποκριτής της καναδικής εφημερίδας «Toronto Star». Τότε ο Χέμινγουεϊ ταξίδεψε στην Ευρώπη και έγραψε αρκετές ανταποκρίσεις, ορισμένες για τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο και τη Μικρασιατική Καταστροφή. Ανάμεσα στην καταγραφή αυτών των εμπειριών του, ειδική θέση έχει και το δοκίμιό του που δημοσιεύθηκε με τίτλο «Στην Αποβάθρα της Σμύρνης» στη συλλογή «Στην Εποχή μας» (εκδόθηκε πρώτη φορά το 1925. Το δοκίμιο για τη Σμύρνη περιλαμβάνεται πρώτο στην επανέκδοση του 1930). Στο δοκίμιο αυτό ο Χέμινγουεϊ περιγράφει τις σπαραξικάρδιες, όπως τις χαρακτηρίζει, σκηνές των Ελλήνων προσφύγων στην αποβάθρα του λιμανιού της Σμύρνης, στην προσπάθειά τους να εγκαταλείψουν την πόλη. Είναι ενδιαφέρον ότι το δοκίμιο ξεκινάει με την παρατήρηση ότι τα βράδια οι κραυγές απόγνωσης των Ελλήνων προσφύγων σκιαγραφούσαν ένα σκηνικό τρόμου. Η πλοκή εξελίσσεται γύρω από τη συνομιλία ενός ανώνυμου Βρετανού αξιωματικού και ενός Τούρκου στρατιωτικού, στη διάρκεια της οποίας ο Τούρκος περιγράφει στο Βρετανό τη δραματική από κάθε άποψη κατάσταση των Ελλήνων στο λιμάνι της Σμύρνης.
Σήμερα η στάση ζωής, οι απόψεις και το από κάθε άποψη πλούσιο σε περιεχόμενο συγγραφικό έργο του Χέμινγουεϊ είναι περισσότερο παρά ποτέ επίκαιρα. Και θα ήταν σωστό, με αφορμή το δοκίμιό του για τη Μικρασιατική Καταστροφή, να τιμηθεί και στην Ελλάδα για το σημαντικό έργο του, ιδιαίτερα μάλιστα αφού η συζήτηση για τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο και τη Μικρασιατική Καταστροφή είναι, δικαίως, και επίκαιρη και διαρκής.
Πηγή: enet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου